- ἐπῴασις
- ἐπῴ-ᾰσις, εως, ἡ,A sitting on eggs, incubation, Arist.HA563a29.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επώαση — η (AM ἐπῴασις) [επωάζω] η φυσιολογική εξέλιξη τού αβγού από τη γέννησή του μέχρι την εκκόλαψη, κλώσσημα («φυσιολογική, τεχνητή επώαση») νεοελλ. 1. κρυφή προετοιμασία («επώαση κινήματος, επανάστασης») 2. η περίοδος κατά την οποία παθογόνοι… … Dictionary of Greek
ἐπῳάσεως — ἐπῳάσεω̆ς , ἐπῴασις sitting on eggs fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπῳάσῃ — ἐπῳάσηι , ἐπῴασις sitting on eggs fem dat sg (epic) ἐπῳάζω sit aor subj mid 2nd sg ἐπῳάζω sit aor subj act 3rd sg ἐπῳάζω sit fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)